ΜΠΕΙΤΕ ΣΤΑ PODCASTS, ΤΙΣ ΡΑΔΙΟΦΩΝΙΚΕΣ ΕΚΠΟΜΠΕΣ ΚΑΙ ΣΤΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ ΜΑΣ, ΠΑΤΩΝΤΑΣ ΤΙΣ ΠΑΡΑΚΑΤΩ ΕΙΚΟΝΕΣ:

Δείτε επίσης το κανάλι μας στο You Tube, από εδώ: https://www.youtube.com/@ufo-greece

Ο ΤΡΟΧΟΣ ΤΟΥ ΙΕΖΕΚΙΗΛ

Ο Τροχός του Ιεζεκιήλ είναι ένα μυστικιστικό και αινιγματικό όραμα που περιγράφεται στο βιβλικό Βιβλίο του προφήτη Ιεζεκιήλ (Ιεζεκιήλ 1:4-28). Σε αυτό το απόσπασμα, του 6ου αιώνα π.Χ., ο προφήτης Ιεζεκιήλ αφηγείται μια σουρεαλιστική και περίτεχνη θέαση στον ουρανό, απεικονίζοντας ένα ουράνιο φαινόμενο που συχνά αναφέρεται ως «τροχός μέσα σε τροχό». Η περιγραφή του περιλαμβάνει μια πολύπλοκη διάταξη τεμνόμενων τροχών, στολισμένων με μάτια, που συνοδεύονται από λαμπερά φώτα, δημιουργώντας μια απόκοσμη εικόνα. Οι ερμηνείες του Τροχού του Ιεζεκιήλ ποικίλλουν ευρέως, με μερικούς να τον προτείνουν ως θεϊκό όραμα, ενώ άλλοι διερευνούν την πιθανότητα εξωγήινων συναντήσεων ή συμβολικών αναπαραστάσεων βαθιάς πνευματικής γνώσης. Το απόσπασμα έχει ιντριγκάρει θεολόγους, μελετητές και λάτρεις των UFO, συμβάλλοντας στη διαρκή γοητεία του και τις συχνές αναφορές του σε συζητήσεις για αρχαία μυστήρια.

Etching by Robert Pranker, 1761, after Bernard Picart, 1673-1733.

Παραθέτουμε εδώ ολόκληρο το όραμα (εδάφια από 1 έως και 28), σε ελληνική μετάφραση:

«Κατά το τριακοστόν έτος, την πέμπτην ημέραν του τετάρτου μηνός, καθώς ευρισκόμην μεταξύ των Ιουδαίων συναιχμαλώτων μου, πλησίον στον ποταμόν Χοβάρ, εκεί ηνοίχθησαν οι ουρανοί και είδον οράματα παρά Θεού. Κατά την πέμπτην ημέραν του προμνημονευθέντος μηνός και έτους (αυτό δε το έτος είναι το πέμπτον έτος της αιχμαλωσίας του βασιλέως Ιωακείμ), ήλθε λόγος παρά Κυρίου προς εμέ τον Ιεζεκιήλ, τον ιερέα, υιόν Βουζεί, παραμένοντα εις την χώραν των Χαλδαίων, πλησίον στον ποταμόν Χοβάρ.

Άπλωσεν ο Κυριος το αποκαλυπτικόν του χέρι επάνω μου και παρετήρησα και είδα βίαιον ανεμοστρόβιλον, που εσάρωνε τα πάντα, να κατέρχεται από τον βορράν και μέσα εις αυτόν ήτο ένα μεγάλο νέφος. Γύρω από αυτό υπήρχεν ένα πυρ, που αστραποβολούσε, εις δε το κέντρον αυτού υπήρχε κάτι, που ωμοίαζε με ήλεκτρον ευρισκόμενον εντός του πυρός, το οποίον και εφεγγοβολούσεν. Εις το μέσον δε αυτού υπήρχον ωσάν ομοιώματα τεσσάρων ζώων, τα οποία είχαν την εξής εμφάνισιν·

Η μορφή των ήτο ωσάν μορφή ανθρώπων. Το καθένα από αυτά είχε τέσσερα πρόσωπα και τέσσαρας πτέρυγας. Τα πόδια των όρθια, όπως των ανθρώπων, ήσαν πτερωτά. Εσπινθηροβολούσαν, όπως ο απαστράπτων γυαλισμένος χαλκός, αι δε πτέρυγές των ήσαν ελαφραί και ταχυκίνητοι. Κάτω από τας πτέρυγάς των και εις τα τέσσερα μέρη είχαν χέρια όμοια προς τα χέρια του ανθρώπου, δύο εις κάθε ώμον. Τα πρόσωπά των ήσαν τέσσαρα και δεν εστρέφοντο καθώς εβάδιζαν, αλλά το καθένα εβάδιζε κατ’ ευθείαν εμπρός, κατά πρόσωπον. Ως προς δε την μορφήν των προσώπων των και τα τέσσαρα είχαν πρόσωπον ανθρώπου και πρόσωπον λέοντος εκ δεξιών, πρόσωπον μόσχου από τα αριστερά και πρόσωπον αετού όπισθεν. Δυο από τας πτέρυγάς των ήσαν απλωμέναι επάνω από τα τέσσερα έμψυχα αυτά ζώντα όντα, και ηνούντο μεταξύ των εις τα άκρα. Αι δε δύο άλλαι πτέρυγες εσκέπαζον το έμπροσθεν μέρος του σώματός των.

Καθένα από τα ομοιώματα  των ζώντων όντων, προς οιανδήποτε κατεύθυνσιν και αν επορεύετο, επορεύετο πάντοτε κατά την κατεύθυνσιν ενός εκ των προσώπων του· όπου δε το πνεύμα επορεύετο, επορεύοντο και εκείνα, χωρίς να στρέφουν αριστερά η δεξιά. Ανάμεσα δε εις τα ζώα αυτά εφαίνετο κάτι σαν αναμμένοι άνθρακες, που εκαίοντο, ωσάν συστρεφόμεναι φλόγες ανάμεσα εις τα ζώα αυτά. Και το πυρ αυτό ακτινοβολούσε φως. Εξεπορεύετο από το πυρ λάμψις ζωηρά, ωσάν της αστραπής.

Και ιδού είδον, ότι πλησίον των τεσσάρων αυτών ανθρωπίνων ζώντων ομοιωμάτων υπήρχε και ένας τροχός στηριζόμενος στο έδαφος. Και η μορφή και η εμφάνισις των τροχών αυτών ήτο ωσάν από πολύτιμον λίθον θαρσείς. Οι τέσσαρες αυτοί τροχοί ήσαν όμοιοι μεταξύ των, η δε κατασκευή των ήτο τοιαύτη, ώστε ο ένας ο τροχός ήτο εντός του άλλου εις σχήμα σταυρού. Όταν επροχωρούσαν επορεύοντο προς τας τέσσαρας πλευράς των, χωρίς να στρέφουν καθώς προχωρούσαν. Και δεν έστρεφαν τα όντα αυτά καθώς προχωρούσαν ούτε τα σώματά των. Το ύψος δε αυτών ήτο πολύ μεγάλο. Παρετήρησα και είδα με έκπληξίν μου, ότι τα σώματα των τεσσάρων αυτών ανθρωπίνων ομοιωμάτων ήσαν κύκλω γεμάτα οφθαλμούς.

Ότε τα υπερφυσικά αυτά ζώντα όντα επορεύοντο στο έδαφος, έτρεχαν και οι τροχοί πλησίον αυτών. Όταν αυτά ανήρχοντο επάνω από την γην, ανέβαιναν μαζή των και οι τροχοί. Όπου κατηυθύνετο η νεφέλη, εκεί επορεύετο και το πνεύμα. Εκεί μαζή επορεύοντο τα ζώα και οι τροχοί, οι οποίοι και υψώνοντο μαζή των. Τούτο δε, διότι υπήρχε πνεύμα ζωής στους τροχούς, το οποίον και τους εκίνει. Όταν τα υπερφυσικά αυτά όντα επορεύοντο εις την γην, μαζή των επορεύοντο και οι τροχοί. Όταν αυτά ίσταντο, εσταματούσαν και εκείνοι. Όταν αυτά επετούσαν και ανέβαιναν επάνω από την γην, ανέβαιναν μαζή με αυτά και οι τροχοί, διότι υπήρχε πνεύμα ζωής στους τροχούς.

Επάνω δε από την κεφαλήν των υπερφυσικών και παραδόξων αυτών ζώντων όντων, υπήρχε κάτι, που ωμοίαζε με το στερέωμα του ουρανού. Κάτι διαφανές και λάμπον ωσάν κρύσταλλον, το οποίον ηπλώνετο επάνω από τας πτέρυγάς των. Έτσι δε κάτω από το ουράνιον αυτό στερέωμα υπήρχον απλωμέναι αι δύο πτέρυγες των ζώντων αυτών όντων, αι οποίαι ήγγιζον η μία την άλλην. Αι δε δύο άλλαι πτέρυγες ήσαν αναδιπλωμέναι και εκάλυπτον τα σώματα αυτών.

Καθώς δε εκείνα επορεύοντο, ήκουα την βοήν των πτερύγων των ωσάν ύδατα καταρράκτου, που πίπτουν μετά πατάγου. Όταν τα υπερφυσικά αυτά όντα εσταματούσαν, έπαυε και η βοή των πτερύγων των. Και ιδού, ηκούσθη φωνή, που προήρχετο από το στερέωμα, το επάνω από τας κεφαλάς των. Και επάνω στο ωσάν ουρανόν αυτό στερέωμα υπήρχε κάποιο πράγμα λαμπρόν, όπως ο σάπφειρος, εις σχήμα θρόνου και επάνω στο ομοίωμα αυτό του λαμπρού θρόνου εκάθητο κάποιος, που είχε μορφήν ανθρώπου. Και είδον και ιδού, η όψις αυτού, που εκάθητο επάνω στον θρόνον, από την μέσην και επάνω έλαμπεν ωσάν το ήλεκτρον και από την μέσην έως κάτω είχε την εμφάνισιν πυρός, που ακτινοβολούσε ολόγυρα. Όπως δε φαίνεται το ουράνιον τόξον εις τα νέφη κατά τας βροχεράς ημέρας, έτσι ήτο και η εμφάνισίς του φωτός, που ακτινοβολούσε ολόγυρα.

Αυτή ήτο η εμφάνισις του ομοιώματος της δόξης του Κυρίου. Είδα εγώ αυτά και κατεπλάγην, έπεσα κάτω με το πρόσωπον στο έδαφος και ήκουσα μίαν φωνήν, την φωνήν του Κυρίου, ο οποίος μου ωμιλούσε».